Με το ταξίδι στη Γερμανία, θυμήθηκα τα παραμύθια των αδερφών Grimm (Ραπουνζέλ, Χάνσελ και Γκρέτελ, Κοκκινοσκουφίτσα, you know, the classics). Αποφάσισα να κάνω ένα άλφα background reading να θυμηθώ τι παίζει στα εν λόγω παραμύθια. Καλός και ο Ευγένιος Τριβιζάς αλλά αίμα δάκρυα και ιδρώτα μόνο το γερμανικό φολκλόρ διαθέτει σε ποσότητες.
Μετά από μια preliminary ανάγνωση, μπορώ να πω ότι όλα είναι όπως τα θυμάμαι. Οι κακές μητριές παρούσες και δυνατές, αγκάθια που τρυπάνε χαζοβιόλες βασιλοπούλες που δεν έχουν άλλη δουλειά να κάνουν, μάγισσες με διατροφικές διαταραχές και γονείς που πρέπει να τους μαζέψει επειγόντως το Γραφείο Ευημερίας.
Και βεβαίως δίνεται μια αληθοφανής εξήγηση γιατί το black forest της Γερμανίας ονομάζεται black. Διότι είναι forest και είναι τόσο πυκνό που μέσα σε αυτό χάνεσαι. Η Κοκκινοσκουφίτσα, ο Χάνσελ και η Γκρέτελ και η Χιονάτη μπορούν να σου το επιβεβαιώσουν.
Που μας φέρνει στο καυτό ερώτημα:
Πως εξηγείς σε μωρό που μεγαλώνει στην Κύπρο, ότι τα παιδάκια μπορούν να χαθούν μέσα σε ένα δάσος?
Με δεδομένο ότι το μωρό έχει υπόψη του το Τρόοδος (που έχει μεν δέντρα αλλά μην τρελαθούμε κιόλας) που τα δέντρα απέχουν τουλάχιστον 5 μέτρα το ένα από το άλλο, η ορατότητα σου είναι τελικά καλύτερη και από πόλη, άρα για να χαθείς, actually να χαθείς, πρέπει να καταβάλεις προσπάθεια. Ή να έχεις τον προσανατολισμό της κουμέρας μου που όταν σπουδάζαμε, από το Tottenham Court Road ως την Oxford street έπαιρνε ταξί διότι «δεν τα έβρισκε». Και μια άλλη φορά ξεκίνησε να πάει στο Brighton και κατέληξε στο Lake District. Και μια άλλη φορά ήθελε να πάει στο Bath και κατέληξε στο Birmingham.
Και μετά δεν την αφήσαμε να ξαναπάει πουθενά μόνη της.
Η κουμέρα μου, τώρα που το σκέφτομαι δεν θα είχε κανένα πρόβλημα να «ζήσει» τα παραμύθια των αδερφών Grimm στην Κύπρο.
Αλλά ξεφεύγω από το θέμα. Βλέπω μόνο μια πιθανή λύση:
Κυπριακό adaptation Χιονάτης: Πείθεις το παιδάκι ότι μια βασίλισσα εκεί που καθόταν και αγνάντευε τρύπησε το δακτύλι της με ένα αγκάθι και πέφτοντας το αίμα στο χιόνι αναφώνησε «Ω! Μακάρι να κάνω μια κόρη με άσπρο δέρμα σαν χιόνι, με κόκκινα χείλη σαν το αίμα και μαύρα μαλλιά σαν τον έβενο!» (στο «χιόνι», βάλτε άσπρη πέτρα Λυμπιών. Κάνει το ίδιο εφέ). Ειδικά τα μαύρα μαλλιά είναι σίγουρο σημάδι ότι το παραμύθι διαδραματίζεται στην Κύπρο. Η βασίλισσα κάνει όντως ένα παιδί που μοιάζει με την Frida των Abba και conveniently πεθαίνει. Ο βασιλιάς παντρεύεται ξανά κακιά μητριά με οξυζενέ μαλλί, 3 πλαστικές επεμβάσεις (η πρώτη στο στήθος, η δεύτερη στη μύτη, η τρίτη η καλύτερη δεν μας αποκαλύπτει που), και ένα ερμάρι γεμάτο ρούχα Donatella Versace. Οδηγεί SAAB convertible. Και δεν ξέρει να το παρκάρει. Είναι τραγικό.
Η κακιά μητριά έχει ένα μαγικό καθρέφτη που καθαρίζει η Σρι Λανκέζα της με Famozo κτλ κτλ, ο καθρέφτης κάνει τη μαλακία να πει ότι η Χιονάτη είναι πιο όμορφη κτλ κτλ και η κακιά μητριά αντί να σπάσει τον καθρέφτη και να πάει για καφέ με τις μέγαιρες φίλες της, πακετάρει τη Χιονάτη μέσα στο SAAB και την εγκαταλείπει….. (έλα μου τώρα. Που να την εγκαταλείψει για να μην βρεθεί?)
Πρόβλημα αληθοφάνειας.
Και άμα το παραμύθι δεν είναι αληθοφανές πως θα ταυτιστεί το παιδάκι για να θέλει να ντυθεί Χιονάτη στα Καρναβάλια? Πως?
Αποφασίζεις ότι το τοπικό σχέδιο για τον Ακάμα έχει γίνει αποδεκτό και εφαρμόζεται. Η Χιονάτη εγκαταλείπεται στα όρια του δάσους της Πάφου με τον Ακάμα (ας πούμε στην κοιλάδα των Κέδρων), όπου την ανακαλύπτουν 7 Βρετανοί συνταξιούχοι που έχουν αγοράσει επαύλεις στην περιοχή, από Παφίτες developers και την φιλοξενούν.
Η κακιά μητριά ανακαλύπτει ότι η Χιονάτη δεν πέθανε κτλ κτλ, προσπαθεί τρεις φορές να την σκοτώσει κτλ κτλ, την τρίτη φορά η Χιονάτη πέφτει σε χειμερία νάρκη και οι 7 Βρετανοί συνταξιούχοι την βάζουν σε βάρκα με glass bottom και οργανώνουν μονοήμερα ταξιδάκια στον Ακάμα και την Fontana Amoroza (η βάρκα στη θάλασσα είναι το κυπριακό twist του παραμυθιού).
Περνά καιρός και στο γειτονικό ξενοδοχείο Anassa φιλοξενείται διάσημος μοντέλος-ηθοποιός-γαλαζοαίματος-εκατομμυριούχος. Πάει εκδρομή με το glass bottom boat, βλέπει τη Χιονάτη, σκέφτεται ότι έτσι που είναι σε χειμερία νάρκη είναι η τέλεια γυναίκα που δεν θα μουρμουρά ποτέ, τη θέλει, την παίρνει και φεύγει.
Στην επιστροφή, και λόγω του ότι ο αυτοκινητόδρομος Πάφου-Πόλης Χρυσοχούς δεν έχει ακόμα κατασκευαστεί, ο σοφέρ του διάσημου μοντέλου-ηθοποιού-γαλαζοαίματου-εκατομμυριούχου πέφτει σε ένα παγκέττο και η Χιονάτη ξυπνά από τη χειμερία νάρκη (παράλληλο ηθικό δίδαγμα: οι λακκούφες και τα παγκέττα στους δρόμους της Κύπρου ανασταίνουν και νεκρούς) και οι δύο νέοι αποφασίζουν να παντρευτούν.
Η κακιά μητριά μαθαίνει ότι ο διάσημος μοντέλος-ηθοποιός-γαλαζοαίματος-εκατομμυριούχος παντρεύεται, πάει στο γάμο ως κοσμική, έντρομη ανακαλύπτει ότι η Χιονάτη ζει ζει και μας καθοδηγεί, και σκάει από το κακό της (και ίσως και από το πολύ φαί, ή της στέκεται το λουκούμι, συμπληρώνετε αναλόγως διάθεσης).