Θυμάμαι πριν
χρόνια, όταν ήμουν ακόμα δημοτικό, πέθανε μια πολύ ηλικιωμένη κυρία που έμενε
στη γειτονιά μας. Ζούσε μόνη της, δεν είχε παιδιά και βασιζόταν στη συλλογική
καλοσύνη της γειτονιάς για να επιβιώσει. Η γριά αυτή ήταν πολύ ηλικιωμένη,
γεμάτη ιατρικά προβλήματα, κάθε λίγο έπεφτε και έσπαγε πόδια, χέρια τη λεκάνη της.
Ήταν ένα ερείπιο, αλλά στα νιάτα της προφανώς υπήρξε πολύ κυριλέ κυρία. Ο άντρας
της ήταν αστυνομικός επί Αγγλοκρατίας (άρα είχε καλή και σταθερή δουλειά), το
δε σπίτι τους ήταν γεμάτο ενδιαφέροντα αντικείμενα που είχαν ζήσει ένδοξες
μέρες στο παρελθόν.
Όταν λοιπόν πέθανε,
όλοι στη γειτονιά διερωτήθηκαν το ίδιο πράγμα. Τι θα γίνονταν όλα εκείνα τα
αντικείμενα στο σπίτι της?
Όσοι έχουν
διαβάσει το βιβλίο «Ο βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», θα θυμούνται
ίσως τη σκηνή που η Μαντάμ Ορτάνς πεθαίνει και ενόσω βρίσκεται ακόμα στο
νεκροκρέβατο της, μπουκάρει μέσα στο σπίτι της όλο το χωριό και κλέβει ότι βρει
μπροστά του.
Ντάξει, δεν
έγινε ακριβώς έτσι (η γριά πέθανε στο νοσοκομείο μετά από τη 54η
πτώση της από τις σκάλες) και δεν ήταν πλιάτσικο (εμφανίστηκε μια μακρινή
συγγενής της η οποία ανακοίνωσε ότι θα πουλήσει το σπίτι και όποιος θέλει κάτι ας
το πάρει διότι θα τα πέταγε όλα), αλλά η γειτονιά ήταν περίεργη να δει τι είχε
μέσα το σπίτι. Και φυσικά όλοι πέρασαν να δουν τι είχε μέσα.
Ήταν σαν να
βρίσκεις θησαυρό. Απίστευτα πράγματα μουσειακής αξίας βγήκαν από τα πολυάριθμα
ερμάρια του σπιτιού. Γούνες και καπέλα με φτερά, φορέματα της δεκαετίας του 20’,
καμιά 40αριά τσάντες όλων των ειδών και μεγεθών. Η αστυνομική στολή του
μακαρίτη του άντρα της complete με το κόκκινο τσόχινο φέσι του. Καναπέδες
σκαλιστοί και γυάλινα βάζα και άλλα είδη σερβιρίσματος. Φωτογραφίες που
έδειχναν τη γριά και τον άντρα της σε χαρούμενες στιγμές, Όλοι βρήκαν κάτι να πάρουν ως ενθύμιο, μέχρι
και το φέσι κάποιος βρέθηκε και το πήρε.
Αυτό όμως που
έκανε σε όλους εντύπωση, ήταν οι απίστευτα μεγάλες ποσότητες ζάχαρης. Ότι
ερμάρι και συρτάρι άνοιγες, ακόμα και αυτά που είχαν ρούχα, έβρισκες μέσα και
3-4 σακούλες μεγάλες με ζάχαρη. Ήταν λες και περίπου το 1965 η γριά άρχισε να
ξεχνά και έκτοτε αγόραζε ζάχαρη με μανία, ξεχνούσε ότι την αγόραζε και συνέχιζε να αγοράζει. Υπήρχε ζάχαρη
παντού, στην κουζίνα της, στο υπνοδωμάτιο, στο υπόγειο, στην αποθήκη, πράγμα
περίεργο διότι κανένας (ακόμα και οι μεγαλύτεροι) δεν θυμούνταν τη γριά να ήταν
ιδιαίτερα καλή νοικοκυρά ή μαγείρισσα. Δεν έκανε ας πούμε μαρμελάδες η γλυκά
του κουταλιού ή λεμονάδες, που θα δικαιολογούσαν τόση ζάχαρη. Προφανώς ήταν compulsive
sugar buyer.
Γιατί τα
θυμήθηκα όλα αυτά?
Διάβασα την είδηση για το γέρο που πέθανε και οι συγγενείς του βρήκαν στο σπίτι του
ολόκληρο φαρμακείο. Ο γέρος προφανώς στοίβαζε για χρόνια φάρμακα που έπαιρνε δωρεάν
από το νοσοκομείο. Φαντάσου την έκπληξη των συγγενών όταν άνοιξαν τα ερμάρια
και τα συρτάρια και βρήκαν στοιβαγμένα τόσα φάρμακα.
Είναι τρελοί
αυτοί οι ηλικιωμένοι.