ένα ποστ για τα παιδιά του λαού
Το χταπόδι έπεσε τελικά λίγο βαρύ και πέρασα όλο το απόγευμα χθες ξαπλωμένη στον καναπέ. Επιδή δεν άντεχα άλλο τα φολκλορικού περιεχομένου προγράμματα της τηλεόρασης παρακολούθησα τα πριν, και την ίδια την τελετή των βραβείων Όσκαρ. Όχι ότι θα κάτσω να δω όλα αυτά τα έργα. Τα περισσότερα υπάρχουν ήδη σε βιβλίο (τι λέω, όλα σχεδόν υπάρχουν σε βιβλίο). Είναι όμως πιο διασκεδαστικό να βλέπεις καλοντυμένο κόσμο να πηγαινοέρχεται στην οθόνη παρά έκπληκτους συμπατριώτες που ανακαλύπτουν την εξοχή μια μέρα του χρόνου, και τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου δεν είδαν δεν άκουσαν.
Τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου η φύση χρησιμεύει σαν καμουφλάζ σε περίπτωση που θέλεις να πετάξεις το παλιό ψυγείο σου και δεν ξέρεις που να το βάλεις και τα σκουπίδια του Δήμου αρνούνται να το μαζέψουν. Έτσι και εσύ, που είσαι πολυμήχανος απόγονος του Οδυσσέα (θέλεις να πιστεύεις) επιστρατεύεις 2 ξαδέρφια σου και ένα γνωστό γνωστού που έχει στην κατοχή του διπλοκάμπινο φαρδύ και με ανυψωμένες σούστες, φορτώνετε το εν λόγω παλιό ψυγείο και πάτε μια δεύτερη εκδρομή για να απαλλαγείτε από αυτό.
Πίσω στα Όσκαρ. Οι θαυμάσιες γυναίκες που περνούν από μπροστά μου, μου δημιουργούν 2 υπαρξιακά: (1) Άρχισα να πιστεύω ότι μάνα δεν με γέννησε εμένα, έχω πέσει από το εξώστ της μοτόρας. (2) Δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ, άμα είχα και εγώ 3 κομμώτριες, 1 μακιγιέρ και 2 αισθητικούς να με περιποιηθούν και όλα τα ρούχα των σχεδιαστών στη διάθεση μου, ποιο θα ήταν άραγε το αποτέλεσμα? Τελικά δεν είναι superficial όλα αυτά?
Ποια θα ήταν η θέση μου αν ήμουν ένα παιδί του λαού?
Θα έπρεπε να ζω στη δεκαετία του 50-60, που όλοι ήταν «καλά παιδιά» και αγνά και όχι τώρα που είμαστε ξερόλες και έχουμε –άκουσον άκουσον- άποψη (ξεχάστε ταραχές και αγώνες για 15 λεπτά. Θυμηθείτε τη Φίνος φιλμ.) Θα ζούσα στην παλιά Λευκωσία, μέσα στα τείχη, σε ένα σπιτάκι με 3 κάμαρες, με εσωτερική αυλή που θα την μοιραζόμουν με άλλες 3 οικογένειες. Θα υπήρχε 1 τουαλέτα στην αυλή για κοινή χρήση. Θα ήμουν οπωσδήποτε νοικοκυρά και θα άπλωνα τα ρούχα στην ταράτσα μαζί με τις γειτόνισσες. Τα ρούχα δε, θα πλένονταν στο χέρι, μετά από κοπιαστικό τρίψιμο. Μετά θα μαγείρευα, αλλά μόνο απλά πράγματα όπως φασόλια, φακές (μουτζιέντρα) και μακαρόνια διότι θα ήμουν παιδί του λαού που τρώει κρέας μόνο στις γιορτές (όχι εκ πεποιθήσεως αλλά εκ των πραγμάτων –ταπί και ψύχραιμοι-).
Θα φορούσα εμπριμέ φόρεμα με μέση και απαραίτητα ποδιά. Θα ήμουν όπως τη Βουγιουκλάκη στο «Διπλοπενιές», με λιγότερη σκιά στο μάτι. Και χωρίς τα μαλλιά να είναι πιασμένα κότσο μπανάνα.
Ο Έτερος θα έκανε ένα τίμιο επάγγελμα όπως χτίστης, πογιατζής, σιδεράς (θα ήταν δηλαδή, τιμημένη εργατιά). Μόνο ο μισθός του δεν θα ήταν τιμημένος αλλά ποιος τα κοιτάει αυτά. Θα επέστρεφε κάθε μέρα από τη δουλειά ένα μαύρο χάλι. Θα ντουμάνιαζε την τουαλέτα, θα έκανε μπάνιο (με τον μαστραππά) και θα απαιτούσε αμέσως τις φακές του (όπως τον Πόπαυ, χωρίς σπανάκι όμως). Θα περίμενα με ανυπομονησία να επιστρέψει (διότι αν δεν επέστρεφε, δεν θα είχα καν κοινωνική ασφάλιση ή οποιαδήποτε ασφάλεια, θα ήταν δηλαδή πρακτικό το πρόβλημα) για να στριμωχτούμε ακόμα παραπάνω μέσα στις 3 κάμαρες.
Ανάλογα με τα χρόνια γάμου (χωρίς εργατικό ατύχημα) θα είχαμε και τον ανάλογο αριθμό μωρών (do the math). Το ότι δεν θα είχαμε να φάμε και δεν θα μας χωρούσαν οι τόποι δεν θα αποτελούσε πρόβλημα. Οι διακοπές θα ήταν άγνωστη λέξη, αλλά θα είχαμε την κρυφή ικανοποίηση ότι είμαστε παιδιά του λαού και τίμιοι (apparently σου δίνει τόση ικανοποίηση όση ένα δεκαήμερο ταξίδι-πακέτο με εισιτήριο-ξενοδοχείο-transfers σε ελληνικό νησί της αρεσκείας σου. Το γραφείο μας σας προτείνει εκείνο του Λούη στη Μύκονο).
Το σάουντρακ της ζωής μας θα ήταν το δίχως άλλο Μάνος Λοίζος («η δουλειά κάνει τους άντρες», «ο κουταλιανός» και άλλα λαϊκά, με ίσως αμέσως επόμενη προτίμηση τον Καζαντζίδη αλλά που να τα ξέρω εγώ αυτά). Σε φάσεις αισιοδοξίας θα το ρίχναμε στο «Κάνε Υπομονή» (του Χατζηδάκη είναι αυτό?)
Τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου η φύση χρησιμεύει σαν καμουφλάζ σε περίπτωση που θέλεις να πετάξεις το παλιό ψυγείο σου και δεν ξέρεις που να το βάλεις και τα σκουπίδια του Δήμου αρνούνται να το μαζέψουν. Έτσι και εσύ, που είσαι πολυμήχανος απόγονος του Οδυσσέα (θέλεις να πιστεύεις) επιστρατεύεις 2 ξαδέρφια σου και ένα γνωστό γνωστού που έχει στην κατοχή του διπλοκάμπινο φαρδύ και με ανυψωμένες σούστες, φορτώνετε το εν λόγω παλιό ψυγείο και πάτε μια δεύτερη εκδρομή για να απαλλαγείτε από αυτό.
Πίσω στα Όσκαρ. Οι θαυμάσιες γυναίκες που περνούν από μπροστά μου, μου δημιουργούν 2 υπαρξιακά: (1) Άρχισα να πιστεύω ότι μάνα δεν με γέννησε εμένα, έχω πέσει από το εξώστ της μοτόρας. (2) Δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ, άμα είχα και εγώ 3 κομμώτριες, 1 μακιγιέρ και 2 αισθητικούς να με περιποιηθούν και όλα τα ρούχα των σχεδιαστών στη διάθεση μου, ποιο θα ήταν άραγε το αποτέλεσμα? Τελικά δεν είναι superficial όλα αυτά?
Ποια θα ήταν η θέση μου αν ήμουν ένα παιδί του λαού?
Θα έπρεπε να ζω στη δεκαετία του 50-60, που όλοι ήταν «καλά παιδιά» και αγνά και όχι τώρα που είμαστε ξερόλες και έχουμε –άκουσον άκουσον- άποψη (ξεχάστε ταραχές και αγώνες για 15 λεπτά. Θυμηθείτε τη Φίνος φιλμ.) Θα ζούσα στην παλιά Λευκωσία, μέσα στα τείχη, σε ένα σπιτάκι με 3 κάμαρες, με εσωτερική αυλή που θα την μοιραζόμουν με άλλες 3 οικογένειες. Θα υπήρχε 1 τουαλέτα στην αυλή για κοινή χρήση. Θα ήμουν οπωσδήποτε νοικοκυρά και θα άπλωνα τα ρούχα στην ταράτσα μαζί με τις γειτόνισσες. Τα ρούχα δε, θα πλένονταν στο χέρι, μετά από κοπιαστικό τρίψιμο. Μετά θα μαγείρευα, αλλά μόνο απλά πράγματα όπως φασόλια, φακές (μουτζιέντρα) και μακαρόνια διότι θα ήμουν παιδί του λαού που τρώει κρέας μόνο στις γιορτές (όχι εκ πεποιθήσεως αλλά εκ των πραγμάτων –ταπί και ψύχραιμοι-).
Θα φορούσα εμπριμέ φόρεμα με μέση και απαραίτητα ποδιά. Θα ήμουν όπως τη Βουγιουκλάκη στο «Διπλοπενιές», με λιγότερη σκιά στο μάτι. Και χωρίς τα μαλλιά να είναι πιασμένα κότσο μπανάνα.
Ο Έτερος θα έκανε ένα τίμιο επάγγελμα όπως χτίστης, πογιατζής, σιδεράς (θα ήταν δηλαδή, τιμημένη εργατιά). Μόνο ο μισθός του δεν θα ήταν τιμημένος αλλά ποιος τα κοιτάει αυτά. Θα επέστρεφε κάθε μέρα από τη δουλειά ένα μαύρο χάλι. Θα ντουμάνιαζε την τουαλέτα, θα έκανε μπάνιο (με τον μαστραππά) και θα απαιτούσε αμέσως τις φακές του (όπως τον Πόπαυ, χωρίς σπανάκι όμως). Θα περίμενα με ανυπομονησία να επιστρέψει (διότι αν δεν επέστρεφε, δεν θα είχα καν κοινωνική ασφάλιση ή οποιαδήποτε ασφάλεια, θα ήταν δηλαδή πρακτικό το πρόβλημα) για να στριμωχτούμε ακόμα παραπάνω μέσα στις 3 κάμαρες.
Ανάλογα με τα χρόνια γάμου (χωρίς εργατικό ατύχημα) θα είχαμε και τον ανάλογο αριθμό μωρών (do the math). Το ότι δεν θα είχαμε να φάμε και δεν θα μας χωρούσαν οι τόποι δεν θα αποτελούσε πρόβλημα. Οι διακοπές θα ήταν άγνωστη λέξη, αλλά θα είχαμε την κρυφή ικανοποίηση ότι είμαστε παιδιά του λαού και τίμιοι (apparently σου δίνει τόση ικανοποίηση όση ένα δεκαήμερο ταξίδι-πακέτο με εισιτήριο-ξενοδοχείο-transfers σε ελληνικό νησί της αρεσκείας σου. Το γραφείο μας σας προτείνει εκείνο του Λούη στη Μύκονο).
Το σάουντρακ της ζωής μας θα ήταν το δίχως άλλο Μάνος Λοίζος («η δουλειά κάνει τους άντρες», «ο κουταλιανός» και άλλα λαϊκά, με ίσως αμέσως επόμενη προτίμηση τον Καζαντζίδη αλλά που να τα ξέρω εγώ αυτά). Σε φάσεις αισιοδοξίας θα το ρίχναμε στο «Κάνε Υπομονή» (του Χατζηδάκη είναι αυτό?)
5 Comments:
laleis i Angelina Jolie nan omorfi mono logo kommotrias kai aisthitikou? an me 3 kommotries kai makigiez mboris na gineis Angelina tote se diaveveo oti den epeses apo to exost tis motoras.
oso gia kazantzidi sistino " ta moutzouromena heria", "oikodomoi palikaria", "oi timioi agrotes", "o kyr antonis", "nitsa elenitsa" k.o.k
periton na sas po oti ton Stelio eklapsa ton parapano pou ton papou mou ama epethane
piano kai ego ton eafto mou na skeftetai pos tha itan an ezouse prin polla xronia, alla epidi ftano sto simperasma oti tha imoun aristeri dioxno me sinoptikes diadikasies to sinnefakime tis kakes skepseis apo to mialo mou!
This comment has been removed by a blog administrator.
pantws egw ean hmoun 20rhs pro triakontaetias mallon kana hendrix 8a akouga....ante kai socrates
ego pale to SOPA OPOU NANAI THA SIMANOUN OI KAMPANES
men sas po oti enna ekamna kai feministiki epanastasi:P
Post a Comment
<< Home